Το ιστορικό κέντρο της Αθήνας, που αποτελούσε ανέκαθεν την καρδιά της τουριστικής και εμπορικής δραστηριότητας της πρωτεύουσας, τα τελευταία χρόνια αργοπεθαίνει καθημερινά. Οι αιτίες είναι σε όλους γνωστές: εγκληματικότητα, γκετοποίηση ολόκληρων περιοχών, παράνομο εμπόριο, διαδηλώσεις και αποκλεισμός του κέντρου σε καθημερινή σχεδόν βάση, επεισόδια και καταστροφές από ομάδες «γνωστών αγνώστων».
Τα αποτελέσματα είναι επώδυνα ορατά. Το ιστορικό κέντρο εγκαταλείπεται από τους μόνιμους κατοίκους του, αλλά και από τους καταναλωτές. Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, τα δύο τελευταία χρόνια τα καταστήματα του κέντρου απώλεσαν σωρευτικά περίπου το 25% της πελατείας τους και ο τζίρος τους μειώθηκε κατά 31%. Σήμερα, οι επιχειρήσεις κλείνουν η μία μετά την άλλη, με συνέπεια να χάνονται δεκάδες θέσεις εργασίας. Η Αθήνα βγαίνει οριστικά από την αγορά του τουρισμού πόλεων, με τους επισκέπτες να προτιμούν ασφαλέστερους προορισμούς. Παράλληλα με τις σοβαρές απώλειες από το εμπόριο και τον τουρισμό, το Ελληνικό Δημόσιο χάνει επιπλέον 450 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο, από παράνομες ή έκνομες δραστηριότητες στο ιστορικό κέντρο, όπως επισημαίνεται στη μελέτη του ΙΤΕΠ.
Σήμερα, δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να αρκούμαστε στις διαπιστώσεις. Χρειάζεται να προχωρήσει άμεσα η εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου σχεδίου, με γενναίες πρωτοβουλίες και πολιτικές.
Επιτακτικής ανάγκης μέτρο αποτελεί η σύσταση και λειτουργία Σώματος Δίωξης Παραεμπορίου, με ενισχυμένη παρουσία και ρόλο στο κέντρο της Αθήνας.
Απαιτείται επίσης η λήψη συγκεκριμένων μέτρων για το ιστορικό κέντρο, στο πλαίσιο της μεταναστευτικής πολιτικής. Η Πολιτεία οφείλει επιτέλους να αναλάβει τις ευθύνες της και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, με σεβασμό στις αρχές του ανθρωπισμού, αλλά και στο αναφαίρετο δικαίωμα κάθε πολίτη να αισθάνεται ασφαλής στη γειτονιά του.
Εξίσου απαραίτητη είναι η θέσπιση, μέσα από ειλικρινή και υπεύθυνο διάλογο, σαφών κανόνων για τη διεξαγωγή των διαδηλώσεων. Το φαινόμενο να νεκρώνει το κέντρο από πορείες 100 ατόμων, αποτελεί κατάχρηση του δικαιώματος στην έκφραση και στη διαμαρτυρία. Ακόμη σημαντικότερο είναι να πάψει επιτέλους απέναντι στις καταστροφές δημόσιας περιουσίας, στο όνομα μια στρεβλής αντίληψης για το άσυλο και τις δημοκρατικές ελευθερίες.
Τέλος, η Πολιτεία σε συνεργασία με το Δήμο και τους φορείς της αγοράς, οφείλει να σχεδιάσει μια συγκροτημένη στρατηγική για την αποκατάσταση της εικόνας του κέντρου, για την επιστροφή καταναλωτών και επισκεπτών, αλλά και για την προσέλκυση νέων επενδύσεων, με υψηλές ποιοτικές προδιαγραφές.
Μέχρι σήμερα, σε επίπεδο προθέσεων, έχουμε ακούσει πολλά. Σήμερα όμως είναι καιρός να περάσουμε στις πράξεις. Γιατί το κέντρο της Αθήνας, δεν αντέχει άλλη υποβάθμιση.
Τα αποτελέσματα είναι επώδυνα ορατά. Το ιστορικό κέντρο εγκαταλείπεται από τους μόνιμους κατοίκους του, αλλά και από τους καταναλωτές. Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, τα δύο τελευταία χρόνια τα καταστήματα του κέντρου απώλεσαν σωρευτικά περίπου το 25% της πελατείας τους και ο τζίρος τους μειώθηκε κατά 31%. Σήμερα, οι επιχειρήσεις κλείνουν η μία μετά την άλλη, με συνέπεια να χάνονται δεκάδες θέσεις εργασίας. Η Αθήνα βγαίνει οριστικά από την αγορά του τουρισμού πόλεων, με τους επισκέπτες να προτιμούν ασφαλέστερους προορισμούς. Παράλληλα με τις σοβαρές απώλειες από το εμπόριο και τον τουρισμό, το Ελληνικό Δημόσιο χάνει επιπλέον 450 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο, από παράνομες ή έκνομες δραστηριότητες στο ιστορικό κέντρο, όπως επισημαίνεται στη μελέτη του ΙΤΕΠ.
Σήμερα, δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να αρκούμαστε στις διαπιστώσεις. Χρειάζεται να προχωρήσει άμεσα η εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου σχεδίου, με γενναίες πρωτοβουλίες και πολιτικές.
Επιτακτικής ανάγκης μέτρο αποτελεί η σύσταση και λειτουργία Σώματος Δίωξης Παραεμπορίου, με ενισχυμένη παρουσία και ρόλο στο κέντρο της Αθήνας.
Απαιτείται επίσης η λήψη συγκεκριμένων μέτρων για το ιστορικό κέντρο, στο πλαίσιο της μεταναστευτικής πολιτικής. Η Πολιτεία οφείλει επιτέλους να αναλάβει τις ευθύνες της και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, με σεβασμό στις αρχές του ανθρωπισμού, αλλά και στο αναφαίρετο δικαίωμα κάθε πολίτη να αισθάνεται ασφαλής στη γειτονιά του.
Εξίσου απαραίτητη είναι η θέσπιση, μέσα από ειλικρινή και υπεύθυνο διάλογο, σαφών κανόνων για τη διεξαγωγή των διαδηλώσεων. Το φαινόμενο να νεκρώνει το κέντρο από πορείες 100 ατόμων, αποτελεί κατάχρηση του δικαιώματος στην έκφραση και στη διαμαρτυρία. Ακόμη σημαντικότερο είναι να πάψει επιτέλους απέναντι στις καταστροφές δημόσιας περιουσίας, στο όνομα μια στρεβλής αντίληψης για το άσυλο και τις δημοκρατικές ελευθερίες.
Τέλος, η Πολιτεία σε συνεργασία με το Δήμο και τους φορείς της αγοράς, οφείλει να σχεδιάσει μια συγκροτημένη στρατηγική για την αποκατάσταση της εικόνας του κέντρου, για την επιστροφή καταναλωτών και επισκεπτών, αλλά και για την προσέλκυση νέων επενδύσεων, με υψηλές ποιοτικές προδιαγραφές.
Μέχρι σήμερα, σε επίπεδο προθέσεων, έχουμε ακούσει πολλά. Σήμερα όμως είναι καιρός να περάσουμε στις πράξεις. Γιατί το κέντρο της Αθήνας, δεν αντέχει άλλη υποβάθμιση.