Για να καλύψει την ευθύνη της για τη μηδαμινή προσέλευση κόσμου στο κόμμα…
Η ασυνήθιστη κίνηση της Ντόρας Μπακογιάννη να ζητήσει την παρέμβαση των αρμόδιων θεσμικών οργάνων της Πολιτείας εναντίον συγκεκριμένης εταιρείας δημοσκοπήσεων, υπαινισσόμενη σαφώς αλλοίωση των αποτελεσμάτων, ήρθε απλώς να αποκαλύψει με τον πιο έκδηλο τρόπο το κλίμα ανησυχίας που επικρατεί στις τάξεις της Δημοκρατικής Συμμαχίας. Ανησυχίας και ηττοπάθειας που οφείλονται στη χαμηλή απήχηση που έχει στην κοινωνία το νέο κόμμα, κάτι που αποτυπώνεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι προϊόντος του χρόνου συρρικνώνονται οι πιθανότητες εισόδου της στη Βουλή στις επόμενες εκλογές.
Η κ. Μπακογιάννη, όταν δεν αμφισβητεί την αξιοπιστία και την αντικειμενικότητα μιας έρευνας, διατείνεται ότι λόγω της ρευστότητας που επικρατεί στο πολιτικό σκηνικό οι εταιρείες δεν μπορούν ακόμη να καταγράψουν τη δυναμική της Δημοκρατικής Συμμαχίας και εμφανίζεται αισιόδοξη για τις εκλογές. Αισιοδοξία που δεν συμβαδίζει με τις κινήσεις της, καθώς αργά, αλλά σταθερά, φαίνεται να προσχωρεί στις… θεωρίες συνωμοσίας. Πριν από το «διάβημά» της για την εταιρεία δημοσκοπήσεων, είχε επικοινωνήσει προσωπικά και είχε διαμαρτυρηθεί σε διευθυντές μεγάλων Μέσων Ενημέρωσης διότι «υποβάθμισαν» και δεν προέβαλαν «όσο έπρεπε» τις εργασίες του συνεδρίου του κόμματός της. Η αλήθεια είναι ότι το τριήμερο Συνέδριο της Δημοκρατικής Συμμαχίας πέρασε σχεδόν απαρατήρητο, όχι άδικα, καθώς αφενός δεν πρόσφερε τίποτα νέο στον πολιτικό διάλογο, αφετέρου το στελεχικό δυναμικό που προέκυψε σ’ αυτό είναι «παρηκμασμένο» ή ακόμη και απαξιωμένο. Το πλέον αξιοσημείωτο γεγονός ήταν η εκλογή της κ. Μπακογιάννη στην αρχηγία με κομμουνιστικό ποσοστό, επί εποχής Σοβιετικών Δημοκρατιών. Με ποσοστό 83,8% οι σύνεδροι τάχθηκαν υπέρ της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον λαό, το 83,2 υπέρ της κατάργησης της βουλευτικής ασυλίας, ενώ θέση του κόμματος αποτελεί πλέον η μείωση του αριθμού των βουλευτών από 300 σε 200.