4 δισ. ευρώ κάθε μήνα φεύγουν από τις τράπεζες

Το 50% των καταθέσεων «ταξιδεύει» στο εξωτερικό και το υπόλοιπο αφορά την κάλυψη αναγκών

Με ρυθμούς που δύσκολα μπορούν πλέον να περιοριστούν κινούνται οι εκροές των καταθέσεων από τους λογαριασμούς των ελληνικών τραπεζών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις αρμοδίων παραγόντων, ο μηνιαίος μέσος όρος τους υπολογίζεται πλέον κοντά στα 4 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο μπορεί να μην φτάνει στο peak του περσινού μέσου όρου, όταν μέσα σε έναν μήνα έφευγαν περί τα 7 δισ. ευρώ, ωστόσο, το γεγονός ότι η ροή παγιώνεται σε αυτά τα επίπεδα προκαλεί έντονο σκεπτικισμό στα αρμόδια τραπεζικά επιτελεία.
    Ο λόγος, προφανής: αν συνεχιστεί για πολύ ακόμα,
τότε, θα σπάσει προς τα κάτω πολύ εύκολα το φράγμα των 170-180 διςδισ. ευρώ. Σύμφωνα με τις αναγωγές που γίνονται, μέσα σε μια μόλις 2ετία (2010-2011), οι συνολικές απώλειες των καταθετικών λογαριασμών, μπορεί να φτάσουν και να ξεπεράσουν τα 70 με 80 δις ευρώ. Το αποτέλεσμα μπορεί να εντυπωσιάζει, όμως, μια απλή ματιά στα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, αρκεί για να πείσει για του λόγου το αληθές. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την ανάλυση τους, στην προ κρίσης περίοδο, το συνολικό υπόλοιπο των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες κυμαίνονταν στα 240 δις ευρώ, κατά μέσο όρο, με μικρές ταλαντώσεις. Σήμερα, περίπου 14 μήνες αφότου η κρίση ενέσκυψε για τα καλά, το αντίστοιχο ποσό έχει διαμορφωθεί οριστικά κάτω από τα 200 δις. ευρώ, βαδίζοντας ολοταχώς προς τα 190 δις ευρώ (σ.σ. τα οποία είναι ζήτημα χρόνου για το πότε θα τα σπάσει). Επειδή όμως αυτή η ροή δείχνει να σταθεροποιείται επικίνδυνα κοντά στα επίπεδα των 4 δις σε μηνιαία βάση, η πρόβλεψη ότι η χρονιά μπορεί και να κλείσει μεταξύ λίγο πιο κάτω κι από τα 180 δις ευρώ, μπορεί στο τέλος να επαληθευτεί με σχετική ευκολία. Με ό,τι κάτι τέτοιο μπορεί να συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία, τα πιστωτικά ιδρύματα και τους ίδιους τους καταθέτες.

ΟΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ
    Σύμφωνα με εκτιμήσεις που γίνονται από στελέχη της ΤΤΕ που παρακολουθούν τις εξελίξεις από το συγκεκριμένο «μέτωπο», το 50% των κεφαλαίων που «σηκώνονται» από τους καταθετικούς λογαριασμούς, πλέον, δεν κατευθύνεται στο εξωτερικό και σε ασφαλή ξένα επενδυτικά καταφύγια, αλλά οδεύουν για την κάλυψη τρεχουσών καταναλωτικών αναγκών. Όπερ σημαίνει ότι οι Έλληνες «τρώνε» από τα έτοιμα, σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν σε ένα ανεκτό επίπεδο τη ζωή τους, μέχρι να βγει η χώρα από τη κρίση. Εννοείται ότι στις μέρες αυτές, λόγος για αποταμίευση δεν μπορεί να γίνεται, παρά μόνο για… εκταμίευση. Το πρόβλημα, όμως, γίνεται εκρηκτικό, αν συνδυαστεί με μια άλλη παράμετρο, που δεν είναι άλλη από αυτή των επισφαλειών. Υπολογίζεται ότι σήμερα το ύψος τους προσεγγίζει το 13% κι ενδεχομένως το 14%. Σε ορισμένες κατηγορίες δανείων, μάλιστα, κυρίως από το κομμάτι των καταναλωτικών, αγγίζει ακόμα και το 20%. Πρόκειται για πρωτόγνωρα ποσοστά, για την ελληνική πραγματικότητα τουλάχιστον, τα οποία εξ’ αυτού του λόγου και μόνο είναι και πολύ δύσκολα διαχειρίσιμα. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, γίνεται μια προσπάθεια διαχείρισης του προβλήματος, μέσω των συνεχών αναδιαρθρώσεων του δανεισμού. Δηλαδή, καλούνται οι πελάτες και τους γίνεται ένας διακανονισμός του χρέους τους. Έτσι πληρώνονται μια – δύο δόσεις και το δάνειο παίρνει μια παράταση 90 ημερών, για να μην καταστεί επισφαλές. Μόνο που αυτές οι λύσεις δεν είναι τίποτα άλλο παρά ημίμετρα κι αυτό το γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους οι ίδιοι οι τραπεζίτες, οι οποίοι, ωστόσο, υπ’ αυτές τις συνθήκες δεν έχουν και πολλά περιθώρια κινήσεων.

ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΜΕ ΤΗ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑ
    Ούτως ή άλλως, η ρευστότητά τους είναι πλέον δραματικά περιορισμένη. Γι’ αυτό, εντός κι εκτός συνόρων, σχεδιάζονται κινήσεις για την ενίσχυση της, με κάθε μέσο.
Μέσα σε μια διετία, οι συνολικές απώλειες των καταθετικών λογαριασμών θα ξεπεράσουν τα 80 δις Η ΕΚΤ σχεδιάζει να απαγορεύσει στις τράπεζες να συμμετέχουν σε εκδόσεις εντόκων γραμματίων
Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, ετοιμάζεται μια κίνηση που σηκώνει πολύ συζήτηση για τους στόχους και τα αποτελέσματα της. Για την ακρίβεια, ετοιμάζεται να την κάνει σύντομα η Κομισιόν, σε συνεργασία με την ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα). Συγκεκριμένα, σχεδιάζει να απαγορεύσει στις ελληνικές τράπεζες να συμμετέχουν στις εκδόσεις εντόκων γραμματίων που κάνει, σε μηνιαία σχεδόν βάση, το ελληνικό δημόσιο εδώ κι έναν περίπου χρόνο. Ως γνωστόν, κατ’ αυτόν τον τρόπο, το υπουργείο Οικονομικών και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) διασφαλίζουν μια σχετικά ικανοποιητική ρευστότητα, δημιουργώντας ένα συμπαθητικό αποθεματικό. Όμως, από την άλλη πλευρά, κατ’ αυτό τον τρόπο, «εξαντλούν» τις ούτως ή άλλως καταβεβλημένες ελληνικές τράπεζες. Γιατί αυτές οι τελευταίες, για να συμμετάσχουν στις εκδόσεις, αναγκάζονται – όπως τουλάχιστον θεωρεί η Ε.Ε. – να αντλούν κεφάλαια από τη δική τους περιορισμένη ρευστότητα, προκειμένου να τη δώσουν στο ελληνικό δημόσιο. Και κάπως έτσι, η «ζωή» τους γίνεται δυσκολότερη. Πρόκειται για έναν ιδιότυπο εσωτερικό δανεισμό, ο οποίος, σύμφωνα με τη Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πέραν όλων των άλλων, αντιβαίνει την κοινοτική νομοθεσία και γι’ αυτό απαιτεί την άμεση διακοπή του.
    Μόνο που κάτι τέτοιο, αυτομάτως, θα σηματοδοτήσει την ακόμη μεγαλύτερη ασφυξία του ελληνικού δημοσίου, το οποίο, με εξαίρεση το δάνειο των 110 δις. ευρώ, δεν έχει να περιμένει από πουθενά αλλού χρήματα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η εξάρτηση του από την τρόικα θα γίνει ακόμα μεγαλύτερη και οι πιθανότητες επιβίωσής του, σε περίπτωση που κάτι πάει «στραβά» στις σχέσεις του με τους πιστωτές του, θα εκμηδενισθούν.
ΠΗΓΗ: blackmoney2011.blogspot.com