Από το σαραβαλάκι του ’60 στο «Four Seasons»

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ Η ΗΘΙΚΗ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΑΚΗ ΤΣΟΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ

Η άνοδος και η πτώση του ιστορικού στελέχους του ΠΑΣΟΚ, που από την ευρεία αποδοχή και την εσωκομματική λατρεία έφτασε όλοι να του γυρίζουν την πλάτη. Πώς ο αγαπημένος του Ανδρέα και σύμβολο της λαϊκής κουλτούρας έκανε στροφή σε εξεζητημένα γούστα με γάμο και δεξιώσεις στο Παρίσι και νεοκλασικό απέναντι από την Ακρόπολη

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ στη ζωή του κ. Άκη Τσοχατζόπουλου που συνθέτει το τέλειο κοντράστ με τη σημερινή κατάρρευσή του, η οποία σηματοδότησε την παραπομπή του σε προανακριτική επιτροπή.
Είναι τα λίγα λεπτά που μεσολάβησαν από την πρώτη στη δεύτερη ψηφοφορία για την εκλογή πρωθυπουργού από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ στις 18 Ιανουαρίου του 1996. Για μια στιγμή, λοιπόν, ο κ. Τσοχατζόπουλος βρίσκεται στο απόγειο της δόξας του, περιτριγυρισμένος από τη μεγάλη πλειοψηφία των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ – ακόμη και μετέπειτα υπουργούς του κ. Κώστα Σημίτη, αλλά και σημερινούς του κ. Γιώργου Παπανδρέου – που πιστεύουν ότι είναι ο μελλοντικός πρωθυπουργός. Από την ανακοίνωση της ψηφοφορίας εκείνης – και την ήττα του στη μάχη της διαδοχής – για τον κ. Τσοχατζόπουλο υπάρχει μόνο πορεία προς τα κάτω. Από την ευρεία αποδοχή και τις εκδηλώσεις της εσωκομματικής λατρείας στην απόλυτη μοναξιά.


Σχεδόν όλοι, ακόμη και όσοι του οφείλουν την πολιτική τους ανέλιξη, «ξέχασαν» τώρα τον πρώην υπουργό, ενώ κάποιοι ψήφισαν με χαρά και χωρίς αναστολές την παραπομπή του στην Προανακριτική. Όσοι τον σκέφτονται ακόμη, φυσικά «ανεπισήμως», πιστεύουν ότι βρίσκει παρηγοριά στον Μπετόβεν και τον Βάγκνερ, καθώς υπήρξε πάντα λάτρης της κλασικής μουσική, έστω κι αν κάποιοι τον θεωρούσαν ανέκαθεν σύμβολο της λαϊκής κουλτούρας που χαρακτήριζε το ΠΑΣΟΚ, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν το Κίνημα έκανε στροφή στα εξεζητημένα γούστα περί πολιτισμού – παρελκόμενο της γενικότερης στροφής στον ελιτίστικο τρόπο ζωής των στελεχών του.

Αντιδικτατορική δράση
Κατά την πολυετή πολιτική του διαδρομή ο κ. Τσοχατζόπουλος είχε πολλές άσχημες στιγμές. Αντιμετώπισε επί χρόνια την αμφισβήτηση από το πολιτικό απαράτ του ΠΑΣΟΚ, που τον θεωρούσε μάλλον δευτεροκλασάτο στέλεχος, έως ότου έγινε και ο ίδιος μέλος του απαράτ. Ο ίδιος όμως είχε πάντα επιμονή και μεθοδικότητα. Και φυσικά με την πίστη που επέδειξε στον Ανδρέα Παπανδρέου κατάφερε να βάλει τη δική του σφραγίδα στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ. Η σχέση του με τον ιδρυτή του Κινήματος δεν ήταν εύκολη. Τον γνώρισε το 1968 στη Γερμανία. Από την πρώτη στιγμή «κόλλησαν» και παρέμειναν μέχρι το τέλος του Ανδρέα έτσι. Γενικά ο κ. Τσοχατζόπουλος είχε πάντα καλή χημεία με τους ανθρώπους. Ακόμη και οι πολιτικοί του αντίπαλοι αναγνωρίζουν ότι σε προσωπικό επίπεδο μπορεί να κάνει άριστες σχέσεις. Την αντιδικτατορική του δράση ο κ. Τσοχατζόπουλος την ξεκίνησε το 1967 και έναν χρόνο μετά εντάχθηκε στο ΠΑΣΟΚ, όπου είχε έντονη παρουσία και το 1972 έγινε μέλος του Εθνικού Συμβουλίου – λόγω της αντικαθεστωτικής του δράσης η χούντα του αφαίρεσε την ελληνική ιθαγένεια το 1969. Γεννημένος το 1939 στην Αθήνα, μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη, με μικρή μπασκετική καριέρα στον ΠΑΟΚ (1953-1954) και σπουδές στο Μόναχο ως πολιτικός μηχανικός, παρέμεινε 16 ολόκληρα χρόνια στη Γερμανία και επέστρεψε με την πτώση της χούντας, συμμετέχοντας στην ίδρυση του ΠΑΣΟΚ. Στη Γερμανία, και συγκεκριμένα στη Φρανκφούρτη, γνώρισε την πρώτη του σύζυγο, τη λογίστρια Γκούντρουν Μολντενχάουερ. Παντρεύτηκαν το 1964 και απέκτησαν μία κόρη και έναν γιό.

Η σχέση του με τον Ανδρέα
Στην ιστορική διαδρομή του ΠΑΣΟΚ διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο. Συμμετείχε για πολλά χρόνια στα εκτελεστικά γραφεία και το 1990 εξελέγη γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής ύστερα από μία δραματική εσωκομματική σύγκρουση, κατά την οποία ο Ανδρέας Παπανδρέου, που τον είχε προτείνει, απείλησε ότι θα διαλύσει το Κίνημα εάν δεν γινόταν δεκτή η επιλογή του. Ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσε να δεχτεί κανέναν άλλο σε εκείνη τη θέση, τη δύσκολη περίοδο της δίωξής του από το «καθεστώς Μητσοτάκη», καθώς εμπιστευόταν ελάχιστους ανθρώπους – τον κ. Τσοχατζόπουλο πρώτον απ’ όλους. Ο Ανδρέας Παπανδρέου τον είχε πάντα υπό την προστασία του. Στις εκλογές του 1981 τον συμπεριέλαβε στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας και έτσι εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής. Έκτοτε εκλεγόταν συνεχώς βουλευτής, έως και τις εκλογές του 2004. Η αφοσίωσή του στον Ανδρέα Παπανδρέου – και την οικογένειά του – υπήρξε παροιμιώδης. Επί χρόνια κυκλοφορούσε στο ΠΑΣΟΚ ένας φανταστικός διάλογος, σύμφωνα με τον οποίο ο ιδρυτής ρωτούσε τον κ. Τσοχατζόπουλο «Τι ώρα είναι;» και εκείνος του απαντούσε: «Ό,τι ώρα θέλετε εσείς, κύριε πρόεδρε». Μόλις όμως έφυγε από τη ζωή ο ιστορικός ηγέτης του ΠΑΣΟΚ, άρχισε να σβήνει και το άστρο του κ. Τσοχατζόπουλου, παρότι ο ίδιος διατηρούσε και διακριτό τίτλο στίγμα, εκπροσωπώντας την αριστερή πτέρυγα του Κινήματος και ισχυρά οργανωτικά ερείσματα στο κόμμα.
   
Μετά την ήττα του στη μάχη για την πρωθυπουργία, έχασε τον Ιούνιο του 1996 και στη σύγκρουση για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ – πάλι από τον κ. Σημίτη. Πριν και μετά βέβαια συμμετείχε σχεδόν σε όλες τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, έως το 2004. Από το 1981 έως το 1985 ως υπουργός Δημοσίων Έργων, από το 1985 έως το 1987 ως υπουργός Προεδρίας, από το 1987 έως το 1989 ως υπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, από το 1996 έως το 2001 ως υπουργός Εθνικής Άμυνας και από το 2001 έως το 2004 ως υπουργός Ανάπτυξης. Ακόμη, διετέλεσε υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών στην κυβέρνηση Ζολώτα.

Ο πολυτελής γάμος στο Παρίσι και το νεοκλασικό στην Αρεοπαγίτου
Η αρχή του τέλους άρχισε να γράφεται στην ύστερη περίοδο και μετά το 2004. Για πολλούς καταλυτικό ρόλο διαδραμάτισε η πολυετής σχέση του με την κυρία Βίκυ Σταμάτη και κυρίως ο γάμος τους στο Παρίσι και η δεξίωση στο πανάκριβο ξενοδοχείο «Four Seasons», με ασημένιες μπομπονιέρα και άλλες πολυτέλειες, εντελώς ξένες προς το «σοσιαλιστικό» παρελθόν του. Η διάχυτη πολιτική και κοινωνική αμφισβήτηση στο πρόσωπό του μόλις είχε ξεκινήσει. Τον Μάιο του 2010 αποκαλύπτεται ότι η κυρία Σταμάτη τρεις ημέρες πριν από την ψήφιση του νόμου 3842/2010 «Περί αποκατάστασης της φορολογικής δικαιοσύνης και αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής», που μεταξύ των άλλων πενταπλασίαζε τη φορολογία ακινήτων που ανήκουν σε υπεράκτιες εταιρείες, αγόρασε αντί ενός περίπου εκατομμυρίου ευρώ οικία στην οδό Αρεοπαγίτου από offshore εταιρεία. Ύστερα από έναν κατακλυσμό αρνητικών δημοσιευμάτων η εισαγγελέας διέταξε προκαταρκτική εξέταση για το όλο θέμα, το ΣΔΟΕ ξεκίνησε επίσης έρευνα, ενώ η αρμόδια επιτροπή του ΠΑΣΟΚ του επέβαλε αναστολή της κομματικής του ιδιότητας. Ο κ. Τσοχατζόπουλος απέδωσε την υπόθεση σε προσπάθεια σκοτεινών δυνάμεων που επιζητούν την πολιτική του εξόντωση. Τον Ιανουάριο του 2011 η εξεταστική επιτροπή της Βουλής για τη Siemens τον κατέταξε στους εμπλεκόμενους στο σκάνδαλο, αναφέροντας μεταξύ άλλων: «Ο κ. Τσοχατζόπουλος ελέγχεται για τις ενέργειές του ως υπουργός Εθνικής Άμυνας την περίοδο από το 1996 έως 2001.
   
Η επιτροπή συνδυάζει τις παραγγελίες εξοπλιστικών συστημάτων που έγιναν επί υπουργίας του με τις ομολογίες των διαχειριστών των μαύρων ταμείων της Siemens ότι «λάδωσαν» για τα Patriot. Προτού έρθει η υπόθεση των υποβρυχίων στο ελληνικό προσκήνιο, ο κ. Τσοχατζόπουλος κατηγορήθηκε από το «Spiegel» ως αποδέκτης μιζών από τη Forestall, όμως κατέθεσε ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του γερμανικού περιοδικού και τα κέρδισε. Στις 31 Μαρτίου 2011 επιτροπή της Βουλής αποφάσισε τον έλεγχο του «πόθεν έσχες» του. Στις 11 Αυγούστου η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ προχώρησε στην οριστική διαγραφή του από το κόμμα.